Ο Δημήτρης Μεσημέρης αναγνωρίζει τους ήχους στα βλέμματα των Ανθρώπων της Κύπρου

«Τα περιπλανώμενα» | Επ. 2 | «Οι αδρώποι τούν' του τόπου», Δημήτρης Μεσημέρης

Κείμενο: Ιλιάνα Κουλαφέτη

Φωτογραφίες/βίντεο: Χρήστος Μιχάλαρος

Σηκώνοντας το τηλέφωνο ξέραμε πως ο Δημήτρης Μεσημέρης, πέρα από ένας νέος ανερχόμενος μουσικός, είναι ένας νέος με όρεξη και ευγένεια. Η συνάντηση ορίστηκε ένα Σάββατο πρωί και καθώς αναμοχλεύαμε τους υποψήφιους για γύρισμα χώρους, μας έδωσε τη λύση: «Μήπως να κατέβουμε στον υπόγειο χώρο στάθμευσης της Φανερωμένης; Έτσι κι αλλιώς το τραγούδι που ετοίμασα έχει κάτι το “σκοτεινό” στον ήχο». Η ιδέα ήρθε σαν μάνα εξ ουρανού και ο υπόγειος χώρος –κοινώς το parking της Φανερωμένης– έγινε για λίγη ώρα η σκηνή μίας περιπλανώμενης συνέντευξης.

Η μουσική δεν ήρθε ουρανοκατέβατα στη ζωή του. Ο ίδιος μεγάλωσε σε μία οικογένεια μουσικών, στην οποία, όπως τονίζει, οφείλει πολλά: «Οφείλω το ξεκίνημά μου στη μοίρα που με έστειλε σε μια οικογένεια μουσικών και έτσι αντιλήφθηκα από πολύ νωρίς το τι γυρεύω εδώ πέρα. Θεωρώ ότι όλοι άνθρωποι έρχονται στον κόσμο για ένα σκοπό, η τύχη είναι αυτή που θα σε βοηθήσει να βρεις από νωρίς το που είσαι ταγμένος».

Σαν δέκτης της τέχνης προσδοκώ περισσότερη αλήθεια μέσα στην τέχνη χωρίς σκοπιμότητες

Πρόσφατα κυκλοφόρησε τον πρώτο του ολοκληρωμένο δίσκο με δέκα τραγούδια-ποιήματα για τα πιο όμορφα πράγματα που έχει στα σπλάχνα της η ζωή: τον έρωτα και τις ανησυχίες μας με τίτλο «Έχω του κόσμου τα ποιήματα» και στον οποίο συνεργάζεται με μουσικούς από Κύπρο και Ελλάδα.

Το φιλόξενο parking του κέντρου μας υποδέχεται και η κάμερα ανάβει.

«Ο θεμέλιος στίχος της στιχουργίας είναι να έχεις βιώσει με έντονα συναισθήματα διάφορα περιστατικά. Ο εσωτερικός κόσμος σε συνδυασμό με τη γνώση και το ταλέντο να μπορεί κάποιος να αποδώσει τα συναισθήματα με τις λέξεις, αυτός είναι ο θεμέλιος λίθος της στιχουργίας». «Και με την ασχήμια τι κάνουμε;», συνεχίζω. «Οι φουρτούνες και τα εμπόδια, είναι στο παιχνίδι της ζωής. Επιβάλλεται να βρίσκουμε πάντα τον τρόπο να επιβιώνουμε. Πιστεύω ότι η αγάπη είναι ένα πολύ δυνατό στοιχείο που βοηθά στο να αντιστεκόμαστε στην ασχήμια και τη μαυρίλα που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε στη ζωή μας.

Εμπνέομαι από τις στιγμές, από έναν ωραίο στίχο, από μια όμορφη εικόνα, από τη φύση. Η έμπνευση είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο που μπορεί να έρθει από το οτιδήποτε ζούμε καθημερινά. 

Η Ιθάκη είναι τα όνειρά μας, είναι το άπειρο, είναι αυτό που θα ψάχνουμε πάντα, είναι αυτό που μας διαμορφώνει σαν ανθρώπους και χαρακτήρες. Στα μάτια του Βασίλη Χαρίση, που έγραψε τους στίχους του “Ψάχνοντας την Ιθάκη”, περιγράφει εμένα, που ψάχνω μέσα σε μια θάλασσα ονείρων το αύριο, το κάθε αύριο. Αυτό το τραγούδι ήτανε ο προπομπός του δίσκου και είναι πολύ ιδιαίτερο για μένα. Όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά από κοντά με το Βασίλη, τον στιχουργό του κομματιού, αρχίσαμε να συζητάμε για τραγούδια και στίχους που μου είχε στείλει μια και ήταν αυτή η αφορμή της συνάντησης μας. Έχω να σου πω ότι αυτά τα τραγούδια δε βγήκαν ποτέ ακόμα, και την επόμενη μέρα ο Βασίλης έγραψε το “Ψάχνοντας την Ιθάκη”, εμπνεύστηκε από τον τρόπο που συζητήσαμε γύρω από την μουσική και από τον στίχο».

«Βαμβακάρης ή Τσιτσάνης;»

Βαμβακάρης στην ψυχή, Τσιτσάνης στην καρδιά

Στο μεταξύ, την ώρα της συνέντευξης, ο Δημήτρης μας δίνει από ένα δίσκο βινύλιο.

«Γιατί δίσκος και όχι CD;», αναρωτιόμαστε.

«Το φυσικό προϊόν γενικά είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Ο δίσκος είναι εμπειρία, είναι σαν να διαβάζεις ένα καλό βιβλίο. Τα κομμάτια δεν μπαίνουν σε τυχαία σειρά, γενικά έχει ένα συνολικό concept σε συναισθηματικό επίπεδο. Πιστεύω πως το βινύλιο είναι πολύ πιο συναισθηματικό από το CD».

Ο Χρήστος προσθέτει: «Έχουμε μια ανάγκη να ακουμπάμε τα αντικείμενα. Όπως ένα βιβλίο έτσι κι ένα βινύλιο. Να βιώνουμε την αίσθηση ότι υπάρχει. Ότι είναι δικό μας, συντροφιά μας, ότι η μουσική που αγαπάμε είναι κομμάτι του χώρου μας και της ζωής μας».

«Χατζιδάκις η Θεοδωράκης;»

Είναι σαν την τροφή και το νερό, δεν μπορώ να επιλέξω κάποιον. Είναι δύο τεράστιες μορφές που τους χρωστάμε πολλά για το πως διαμορφώθηκε η ελληνική μουσική σήμερα

Η κάμερα ανάβει ακόμη μία φορά. Αυτή τη φορά, για να ακουστούν τα Περιπλανώμενα.

«Το τραγούδι “Οι αδρώποι τούν’ του τόπου” γράφτηκε έχοντας στο μυαλό μου όλες αυτές τις φωτογραφίες και τις ιστορίες ανεβάζετε. Παρατηρώντας τη λεπτομέρεια στα πρόσωπα των ανθρώπων, στα χέρια τους και στο βλέμμα τους, αλλά και το πάθος τους γι’ αυτό που κάνουν, ένιωσα το πόσο σημαντικοί είναι αυτοί οι άνθρωποι και πως γίνονται θυσία για τον τόπο τους, το σπίτι τους, τους συνανθρώπους τους».

Αυτό λοιπόν κρατάμε ετούτη τη στιγμή. Τον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να αγαπάμε με κάθε κύτταρό μας, με κάθε δύναμή μας το γύρω μας‧ τον χώρο που μας πλαισιώνει, τα πρόσωπα που συμπληρώνουν τη μέρα μας, το δικαίωμα στη ζωή.